Πέμπτη 11 Μαρτίου 2021

 

 

ΣΤΙΧΟΙ  ΗΛΙΑ  ΓΕΩΡΓΑΚΗ

 --------------------------------------------

ΑΓΡΙΟΛΟΥΛΟΥΔΟ

Μικρό μου αγριολούλουδο

στο βράχο είσαι μόνο,

φίλος σου η μοναξιά

γεννήθηκες με πόνο.

Οι άνεμοι σε πρόδωσαν

σκυμένο, λαβωμένο

αλλά θα αντιστέκεσαι

κι ας είχαν τελειωμένο.

Μικρό μου αγριολούλουδο

έρημο σπουργίτη,

κανένας δεν σε νοιάστηκε

τη λύπη έχεις σπίτι.

Μικρό μου αγριολούλουδο

σε βράχο ρημαγμένο,

την πίκρα έχεις συντροφιά

μονάχο, μαραμένο.

Να ξέρεις πώς σε σκέφτομαι

τίς νύχτες με το κρύο,

στη ζωή ταιριάζουμε

αντάμα εμείς οι δύο.

--------------------------------------

ΑΝΘΗΡΟ

Σε περιβόλι ολάνθιστο

ξανά θα σε φιλήσω

τα χείλη σου τα άγουρα

με γιούλια θα τα κλείσω.

Της νιότης ροδοπέταλα

θα ράνουν το κορμί σου

σε κόκκινα γαρύφαλα

στεφάνι η ζωή σου.

Κίτρινα χρυσάνθεμα

θα λούσουν τα μαλλιά σου

κρίνοι και κυκλάμινα,

ανθός η αγκαλιά σου.

Τουλίπες, γιασεμιά και ανεμώνες

θα πλέξω σαν παλιά Πρωτομαγιά,

κι ας φεύγουν καλοκαίρια και χειμώνες

εγώ θα σ΄έχω πάντα αγκαλιά.

Τα χόρτα θα τα στρώσω με ζουμπούλια

τα σώματα θα είναι η αφορμή,

γυμνοί θα συναντήσουμε την πούλια

να έρθει να ζηλέψει η ζωή.

-------------------------------------

ΚΑΝΤΑΔΑ

Κάτω απ΄ το παραθύρι σου

καντάδα θα σου κάνω,

θέλω να δώ τα μάτια σου

ακόμα κι άς πεθάνω.

Το όμορφο χαμόγελο

καρδιές που έχει κλέψει,

ακόμη και ο ουρανός

εσένα θα ζηλέψει.

----------------------

Με το θρόισμα των φύλλων

θα σού πω το σ΄ αγαπώ

‘ανοιξε το παραθύρι

γιατί θα τρελαθώ.

----------------

Θα καλέσω τα αστέρια

να φωτήσουν το μπαλκόνι

να σε δώ έστω για λίγο

να μην λές πως είσαι μόνη.

-------

Τα μαλλιά σου να χαιδέψω

και τα μάτια σου να δώ,

τη ζωή να φχαριστήσω

που με έκανε Θεό.

 

Καρδιές μ΄ασημοφέγγαρα

θα στείλω σαν μπαλόνια,

στο πρόσωπο που λάτρεψα

να φύγουνε τα χρόνια.

------------------------------------

ΧΕΙΜΩΝΙΑΤΙΚΗ ΛΙΑΚΑΔΑ

Έσβηνε το κύμα στη Νηρά

λάφυρα ζητούσε ο αγέρας,

κέντησαν αστέρια στην Καρυά,

έφυγε στο ψάρεμα ο πατέρας.

Μέθυσαν οι γλάροι στο Βλυχό,

κρύφτηκε η νύχτα στο Δεσίμι,

είσαι της καρδιάς μου μυστικό,

άγκυρα που έμεινε στη μνήμη.

Χειμωνιάτικη λιακάδα

βρίσκεις πάντα αφορμή,

να γυρίσω στη Λευκάδα

όταν ήμουνα παιδί,

να νοικιάσω μαϊστράλια

να με φέρουν στο Νυδρί,

στην αμμόγλωσσα να τρέξω

με τα φύκια προσευχή.

Άναψα κερί στην Παναγιά

τάμα στην Κυρά για να γυρίσω,

με το παραγάδι στ' ανοιχτά

θάλασσα στην πλώρη να μυρίσω.

Έσκιζε η βάρκα το νερό

βγήκε στη Λυγιά το πυροφάνι,

έκανα το πάθος μου σκοπό

είσαι της ζωής μου το λιμάνι.

Χειμωνιάτικη λιακάδα

βρίσκεις πάντα αφορμή,

να γυρίσω στη Λευκάδα

όταν ήμουνα παιδί,

στην Καρυά να ξαποστάσω

στα πλατάνια τα παλιά,

να μεθύσω στα Χορτάτα,

να διψάσω στα Φρυά.

Να βρεθώ στο Μεγανήσι,

Κατωμέρι και Βαθύ,

δειλινό στο Σπαρτοχώρι

με τονιά στην κουπαστή.

Να σταθώ στα Λαζαράτα,

Καλαμίτσι, Μαδουρή,

να γελάσω στους Σφακιώτες,

με δροσιά στη Βαυκερή.

Χειμωνιάτικη λιακάδα

βρίσκεις πάντα αφορμή

να με στείλεις στο Δρυμώνα

Σύβρο, Πόρο κι Εγκλουβή

να τρυγήσω το αμπέλι,

να μαζέψω τιs ελιές,

να μυρίσω άγιο χώμα

στης Ελάτης τις κορφές.

Να ψαρέψω στο Ιβάρι,

στο κανάλι με συρτή,

με ολόγιομο φεγγάρι

να καλέσω τη ζωή.

Χειμωνιάτικη λιακάδα

βρίσκεις πάντα

αφορμή...

------------------------------

ΜΟΝΟΞΥΛΟ

Δεν έχει όνομα,

είναι σβυσμενο,

ένα ναυάγιο

παρατημένο.

Κάποτε έτρεχε

τρελά στο κύμα

τώρα τελείωσε

στεριά το μνήμα.

Χορτάρια τύλιξαν

σκαρί και πλώρη,

έγινε έρμαιο

στο ξεροβόρι.

------

Κανείς δεν νοιάζεται

τι θ΄απογίνει,

σάπιο μονόξυλο

στερνή του κλίνη.

Αν ήταν άνθρωπος

θα υπήρχε λύπη,

τώρα ξεχάστηκε

ψαράς του λείπει.

Σάπιο μονόξυλο

τα όνειρά μας

όσο κι αν θέλουμε,

δεν ειν΄δικά μας.

 

Σάπιο μονόξυλο

είναι η ζωή μας,

όσο κι αν ψάχνουμε

δεν ειν’ δική μας.

-------------------------------------

ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ

Τον ήλιο εχεις στο λαιμό

τα δέντρα δαχτυλίδια.

τη θάλασσα πουκάμισο

τη φύση για στρωσίδια.

Της ομορφιάς αρχόντισσα

του γυρισμού λαχτάρα

και τι δε δίνω για να δω

Πουλιού και Αγια Κάρα.

Πέντε καμάρες,Κάστρο μου,

Κυρά Φανερωμένη

νάρθω κοντά σας λαχταρώ

σ’όση ζωή μου μένει.

Από μπονόρα καρτερείς

στον Πόντε αγναντεύεις

να ξέρεις όμως δεν θαρθώ

να μη με περιμένεις.

Λευκάδα δενδρολίβανο

θυμάρι και αλμύρα

Να ζούμε πάντα χωριστά

Το πρόσταξε η μοίρα.

-------------------------------------

 

ΒΑΛΕΝΤΙΝΟΣ

Στο παλιό το ΄κονοστάσι

έκανα απόψε στάση,

άναψα κερί με λύπη

για εκείνον που μου λείπει.

Δεκατέσσερις Φλεβάρη

θάρθει η πίκρα να με πάρει,

πως περάσανε τα χρόνια

ατσαλάκωτα σεντόνια.

Του Αγίου Βαλεντίνου

πίνω στην υγεία εκείνου

που με άφησε μονάχη

ενα μαραμένο στάχυ.

Σαν κρινάκι στο γιαλό

που κοιτά τον ουρανό

συντροφιά μου η αλμύρα

πως με πρόδωσε η μοίρα.

Τόσοι όρκοι ξεχασμένοι

νοιώθω τόσο προδομένη

τι σου είναι το μυαλό

νοιώθω πως τον αγαπώ.

Του Αγίου Βαλεντίνου

τα φιλιά ψάχνω εκείνου

που μου έγιναν συνήθεια

μα τον αγαπώ στ' αλήθεια.

------------------------------------------

ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗ

Μονάχη της στο μώλο καρτερεί

κουβέρτα το πανί της στη βροχή,

λικνίζεται χορεύοντας με χάρη,

γλεντάνε τα πουλιά απ΄το ιβάρι.

Ταξίδια που θα ήθελε να κάνει

έμεινε στο μώλο μοναχή

την ξέχασε ο χρόνος στο λιμάνι

έζησε μονάχη τη ζωή.

Μια βάρκα ξεχασμένη,

τον ψαρά της περιμένει,

μια ζωή θα τον προσμένει

η ''Kυρά Φανερωμένη

-------------------------------------------------

ΧΩΡΙΣ ΑΥΛΑΙΑ

(ΣΤΟΝ ΜΕΓΑΛΟ ΛΕΥΚΑΔΙΤΗ ΗΘΟΠΟΙΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗΜΕΝΟ ΜΟΥ ΝΟΝΟ

ΗΛΙΑ ΛΟΓΟΘΕΤΗ)

Aπ' την αλμύρα, γόνος του Πουλιού

με την καντάδα τμήμα του μυαλού,

τα δύσκολα τα χρόνια στην Ελλάδα

ανοίγει τα φτερά του απ΄τη Λευκάδα.

Φρούφαλος, Ελένης ον ο γιός

φωνή ταμπεραμέντο, όλο χάρη

στο 'Πανθεον΄θαμώνας τακτικός

με την κιθάρα στα καντούνια σιγοντάρει.

Γαλάζια των ματιών του η θωριά

Λευκάδας να θυμίζει ακρογιάλι,

μεγάλη η ζεστή του η καρδιά

ποθεί του Αη Γιαννιού το μαϊστράλι.

Φιλί που δεν ακούμπησε ποτέ

τα χείλη τα γλυκά που λαχταρούσε

τα κόκκινα χορεύουν στη ζωή

σκεφτόταν συνεχώς, για κείνη ζούσε.

Ο Φίλιππος -Πανάγος αρχηγός

στο πνεύμα και στη σκέψη ήταν πρώτος,

αστεία, συζητήσεις, τσακωμοί

ξενύχταγε μαζί τους κι΄ο Κορώτος.

Κουζουντελη ο δρόμος φωτεινός

απλώνονται παντού πυγολαμπίδες

οι μνήμες μας κρατάνε στη ζωή

όρθιες να στέκουν οι ελπίδες.

Ταλέντο που ζητούσε αφορμή

η φτώχεια ήταν δύσκολη κι΄η πείνα,

μα ξάφνου μια μέρα βροχερή

ξεκίνησε να πάει στην Αθήνα

Οι φίλοι τον παρότρυναν θερμά

φαινόταν στην αρχή σαν ένα αστείο,

φτωχός αλλά με πίστη στη καρδιά

τον έβαλαν στο πρώτο λεωφορείο.

Του πλήρωσαν τα ναύλα ομαδικώς

ανοίγει τα φτερά του προς το φώς

και νατος οντισιόν μπροστά στον Κουν

διαμάντι η φωνή του που ακούν,

Σε στίχους του Πανάγου οι εξετάσεις

πέρασε ευθύς χωρίς συστάσεις

είχε το ταλέντο και τη τύχη

κι΄ας σήκωσε ψηλά ξανα τον πήχυ.

Μεγάλος θεατρίνος θα γεννεί

ψυχή του στο σανίδι εναποθέτει,

στον άνθρωπο που γνώρισες μη πεις:

αυλαία στον Ηλία Λογοθέτη.

------------------------------------------

ΕΛΑ ΚΙ ΕΣΥ

Φτερά του Πήγασου πουλιά της νιότης,

στον ουρανό της πάμε μαζί.

Θαλασσοφέγγαρο η ομορφιά της

στην αγκαλιά της,έλα κι εσύ.

--------

Πάμε στα Σύβοτα πάμε στον Πόρο,

μαίστρου δώρο Βασιλική,

Λευκάδα όνειρο, που δεν τελειώνει

στην αγκαλιά της έλα κι εσύ.

--------

Μπονόρα έστειλα δυο ψαροπούλια

να βρουν την Πούλια στη Μαδουρή,

αστέρια ψάρεψαν στον Αη-Γιάννη

Λυγιά, Αθάνι έλα κι εσύ.

-------

Καρδιάς μου σκίρτημα, μυαλού μου πάθος,

της Γύρας βάθος σας αγαπώ

,Λευκάδα όνειρο που δεν τελειώνει

στην αγκαλιά σου είμαι κι εγώ.

 

--------------------------------------

ΜΕΣΟΠΕΛΑΓΑ


Τα  σύννεφα  που  έφυγαν

ξανά  θ΄ακολουθήσω,

για τη ζωή που μούταξες

ζωή θέλω να ζήσω.

 

Θελω  να  φύγω μακρυά

χωρίς  μυαλό και κινητά

να ηρεμήσω,

σε ξεχασμένη  αμμουδιά

στις  χούφτες μου

τη θάλασσα να κλείσω.

Κουρασμένο   σκαρί  το κορμί του

σαν σβυσμένο  καντήλι η ζωή μου,

με πληγώσαν οι άνθρωποι γύρω

ενα ώμο  ζητάω να γείρω,

την ψυχή μου να ακούσουν  ζητάω

οι φωνές που μου λέν σ΄αγαπάω.

Με προδώσαν οι άγιοι

με ξεχάσαν οι φίλοι,

ναυαγός μεσοπέλαγα

με την πίκρα στα χείλη.

Με λύγίσαν τα βάσανα

συντροφιά μου ο πόνος,

μια  ζωή  περιπέτεια

λές και  έζησα μόνος

-----------------------

ΜΙΑ ΑΓΚΑΛΙΑ

Στα στήθη σου απόψε θα κουρνιάσω
σπουργίτη π’ ανακάλυψε φωλιά,
στα δάχτυλα τα όνειρα θα πλάσω
σεντόνια που δεν ξάπλωσαν κορμιά.

Το πάθος μου θα στείλω τρεχαντήρι
στού έρωτα την έρημη αμμουδιά,
ζωές που έγιναν γεφύρι
τ΄αστέρια θα σου δώσω αγκαλιά.

Αγάπη μου να ξέρεις πως σε θέλω
σαν δώρο μια παλιά Πρωτοχρονιά,
ζήλεψαν τα χρόνια που σε ξέρω
στον θάνατο μαζί μια αγκαλιά.

--------------------------------------------------------------------

ΣΟΦΙΑ ΜΟΥ

Σαν χάπι θα γλυστρήσω στο σεντόνι σου

σπασμένο κοκαλάκι στα μαλιά σου,

στο σώμα σου θα στήσω ένα αντίσκηνο

να βγαίνω πρωινά στην αγκαλιά σου.

Κρεβάτι μας θα κάνουμε τα σύννεφα

τ΄αστέρια κινητά μας στο σκοτάδι,

τον πόθο πυροφάνι στην αμμόγλωσα

τα χρόνια θα τα κλείσω σ΄ένα χάδι.

Σοφία της αγάπης και του έρωτα

της νιότης μου το πρώτο καρδιοχτύπι,

ιδρώτας πρωινός στο μαξιλάρι μου

επαίτης με τις στύσεις μου ξενύχτι.

Σοφία της ζωής μου ισοδύναμο

κομμάτι απ΄το κορμί το κουρασμένο,

τα χρόνια που δεν ζήσαμε σε ήξερα

φωνάζαν οι στιγμές να σε προσμένω.

Κι΄αν ‘αδικα ο θάνατος μας χώριζε

ψυχές μας δεν θα βρούνε ησυχία,

άγαλμα θα γίνει η αγάπη μας

αιώνια λατρεία μου , Σοφία.

--------

ΚΥΡΑ ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗ

Γονυπετής στο θρόνο σου

θαρθώ να προσκυνήσω

σε τάματα και όνειρα

σεμνά θα ακουμπήσω.

Κεριά, λιβάνια,θυμιατά

ευλαβικά θ΄ανάψω

για τη ζωή που χάθηκε

ανήμπορος θα κλάψω.

Λαχτάρα να σε δώ πρίν ξεψυχήσω

να κάνω το σταυρό μου μ΄ένα δάκρυ

κι από ψηλά τη θέα ν αντικρύσω

εκεί που η ματιά δεν βρίσκει άκρη.

Κρινάκια του γιαλού θα τη στολίσω

την άγια σου εικόνα τη σεπτή σου,

θα στείλω αγγελόύδια να προλάβουν

να στήσουν πανηγύρι στη γιορτή σου.

Κυρά Φανερωμένη μου ας έρθω πρίν πεθάνω

να γείρω τη λατρεία μου στο ιερό επάνω,

να έρθω με τα πόδια μου ν’ ανάψω μια λαμπάδα

που ο Θεός μ΄αξίωσε να είμαι απ΄τη Λευκάδα.

Κι αν ‘ηξερα την ώρα που θα ‘φύγω’

σαν γλάρος η ψυχή να φτερουγίσει,

θα έπαιρνα μαζι μου λίγο μύρο

να έδινα στον χάρο να μ΄αφήσει.

-------------------------------------

ΜΙΚΡΟΣ ΘΕΟΣ

‘Εψελνε ο μαίστρος
Στα μαλλιά της,
Κι΄εγώ τρελός
Στην αγκαλιά της
Ενας μικρός Θεός.
Νανούριζε
Τ΄ αστέρια της
Η νύχτα
Κι΄εσύ μην πείς
Την καληνύχτα,
Άστην να την πεί
Ο ουρανός.
Κι΄αν δεν υπήρχες
Θα σ΄είχα πλάσει
Στα όνειρά μου
Κάποια βραδυά
Μια ζωή δεν θα
Μου φθάσει
Να σε γεμίζω με φιλιά.
Μια ζωή δεν θα μου φθάσει
Να σε κρατάω αγκαλιά.

---------------------------

Ο ΠΑΝΤΕΛΗΣ

Ο μπάρμπα Παντελής

με τα ποδήλατα

μάστορας στις ρόδες

και στ΄αδύνατα,

λεπτός , σεμνός

κι αγαπημένος

σου έδειχνε

πως είναι ευτυχισμένος.

Ο μπάρπα Παντελής

ενας πού πέρασε,

ποδήλατο η μοίρα

τον προσπέρασε,

τις ρόδες

της ζωής του

τις μετράει

τώρα

απ΄ τα αστέρια

μας κοιτάει.

Ειν΄η ζωή μας

πεταλιές

ήσουν Παντελή μας

φώς στο χτές,

ποδήλατο που

χάλασε στο χρόνο,

να ξέρεις σε θυμάμαι

αυτό μόνο.

 

-------

ΑΗ ΓΙΑΝΝΗΣ

Τα πεύκα σαν στρατός

που κατεβαίνει

στη μάχη των κυμάτων

να βρεθεί,

άγρυπνος φρουρός

Φανερωμένη,

στο πέλαγος μια βάρκα

με πανί.

Τα διάφανα νερά

στο Κρυονέρι

μνήμες τα κοχύλια

στο βυθό,

εκεί που σε φιλούσα

καλοκαίρι

σκιρτώντας

με το πρώτο σ΄αγαπώ.

Στους Μύλους

ξαναγύρισαν

τα χρόνια,

θυμήθηκα

το πρώτο ραντεβού

μύριζε η πρώτη σου

κολώνια

όμηροι του άγουρου

φιλιού.

Γυμνοί

μια αγκαλιά

δίπλα στο κύμα,

δοσμένοι στου ονείρου

την ορμή,

τα χρόνια μας προδώσανε

τι κρίμα,

την όμορφη

δεν ζήσαμε ζωή.

Τα βράδυα

Πού μετρούσαμε

τ΄αστέρια

στις δύσες που σου παίρνουν

το μυαλό,

Κι ας χάθηκαν τόσα καλοκαίρια

στη σκέψη μου θα μείνεις

φυλακτό.

Και πάλι θα σε βρώ

Στον Αη Γιάννη

εκεί που η καρδιά

βρίσκει λιμάνι

στους ήλιους

που μας φώτισαν τη νιότη

απέναντι στο χρόνο

τον προδότη.

Και πάλι θα σε βρώ

στο Κρυονέρι

να ζήσουμε το πρώτο’

καλοκαίρι,

τα χάδια μας να γίνουν

προσκεφάλι

να πούμε

η ζωή εδώ είναι πάλι.

----

ΖΩΗ

Γλυκά εφύσαγε τ΄αγέρι

έσχιζε η βάρκα το νερό,

κι εσύ μου έπιασες το χέρι

και μούπες σιγανά το σ΄αγαπώ.

-------

Παιγνίδια έπαιζαν οι γλάροι,

σκιρτούσε η καρδιά μου ακορνεόν,

τα χείλη σου φιλούσαν σε μια ζάλη

ξεχάσαμε κι οι δυό το παρελθόν.

-----

Η θάλασσα το ξέρω μου ταιριάζει

ανήσυχη, συχνά φουρτουνιασμένη

ψυχή που έζησε στ΄αγιάζι

κουράστηκε θαρρώ να περιμένει.

----

Ανείπωτη χαρά ειν΄η ζωή μας

κι ομως την σκορπίσαμε σε λάθη,

σεντόνια που δεχτήκαν το κορμί μας

στιγμές που αναλώθηκαν τα πάθη.

-------------------------

ΛΕΥΚΑΔΑ ΜΟΥ

Eλάτε να σας δείξω το νησάκι μου

στα κύμματα λουσμένο και στους μύθους,

με σύννεφα θα στείλω την αγάπη μου

ακούγοντας της θάλασσας τους ήχους.

Φεγγάρια μισοπέλαγα σπαρμένα

ξωκκλήσια που μιλάνε στο Θεό,

κοχύλια στο λαιμό της κρεμασμένα

στίχοι που φωνάζουν σ΄αγαπώ.

Ελάτε να σας δείξω το νησάκι μου,

μια χάντρα θαλασσιά η ομορφιά του

τάμα στην Κυρά μένει το δάκρυ μου,

παθιάζω σας τρελός στο άκουσμά του.

-------------

Λαμπιόνια τα αστέρια στα καντούνια της

προσκύνημα τα πεύκα στο βυθό της,

στους Μύλους θα αλέσουμε τις δύσες μας

ωδή στον περιζήτητο Θεό της.

Γιούλια, ροδοπέταλα , ζουμπόύλια

μαγιάπριλο θα στείλω στην Νηρά

χαράματα χορεύω με την Πούλια

στης Γύρας τα φιλόξενα νερά.

 

Χαλί θα στρώσω δενδρολίβανα

τις μνήμες ερωμένες στο κορμί μου

κι αν έφυγα για πάντα σε περίμενα

σκυλί που αλυχτά η θύμηση μου.

----------------

Λευκάδα του μυαλού μου

και της σκέψης μου,

νησί από το είναι μου βγαλμένο

αιώνια θα μείνω στην αγκάλη σου,

παιδί που το θεώρησαν χαμένο.

 

Κι αν κάποτε τα χρόνια με προδώσουνε

εγω πάντα θα μείνω στη στοργή σου

αιώνες το κορμί μου θα αλώσουνε

στο χώμα σου θα μείνω θύμησή σου.

------

ΔΕΙΛΙΝΑ

Μενεξεδένια δειλινά

Της Γύρας,τ΄΄ Αη Γιάννη,

που σημαδεύουν την ψυχή,

βρίσκει η καρδιά λιμάνι.

Τα φλογισμένα δειλινά

που η ματιά δεν φτάνει,

εκεί ο ήλιος ντύνεται

με κόκκινο φουστάνι.

Τα φλογισμένα δειλινά

του Αη Γιαννιού

βροχή συναισθημάτων

εκεί στην άκρη

τ΄ουρανού

οργασμός χρωμάτων.

Αγαπημένα δειλινά

του΄Αη Γιάννη

εδώ που ζωή

κάνει σεργιάνι

εκεί τα μάτια μου

να κλείσω

αυτά που έζησα

ξανά να ζήσω.

 

-------

ΒΡΟΧΗ

Στο είπα η βροχή πως με εκφράζει

οσο και να βρέξει δεν με νοιάζει,

είναι μια βροχή η μοναξιά μου,

σύννεφα μονάχα τα όνειρά μου.

Να πιάσει μια βροχή και νάμαι μόνος

παρέα μου η θλίψη και ο πόνος,

να πιάσει μια βροχή, μια καταιγίδα

να ψάξω τη ζωή μου που δεν είδα.

Στο πρόσωπο να πέφτουν οι σταγόνες

αντί για καλοκαίρια οι χειμώνες,

είναι η βροχή η συντροφιά μου

βάλσαμο στην έρημη καρδιά μου .

Να πιάσει μια βροχή, μια καταιγίδα

να ψάξω τη ζωή μου που δεν είδα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοφιλείς αναρτήσεις