ΤΟ ΝΕΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΠΕΡΓΙΕΣ
Κάτω από αυστηρές προϋποθέσεις θα μπορούν πλέον τα συνδικάτα να κηρύξουν απεργία ή στάση εργασίας, αφού θα πρέπει να προηγηθεί δημόσιος διάλογος μέσω ΟΜΕΔ- για πρώτη φορά και για τον δημόσιο τομέα- στην συνέχεια να προκηρυχθεί απεργία η οποία δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί πριν περάσουν τέσσερις πλήρεις ημέρες από τη γνωστοποίηση των αιτημάτων και των λόγων που τα θεμελιώνουν, με έγγραφο που κοινοποιείται με δικαστικό επιμελητή στον εργοδότη ή τους εργοδότες, στο Υπουργείο το οποίο ασκεί τη σχετική εποπτεία και στο Υπουργείο Εργασίας.
Ακόμη η συνδικαλιστική οργάνωση θα πρέπει να ορίσει προσωπικό ασφαλείας και προσωπικό για την Ελάχιστη εγγυημένη εργασία ενώ μία απεργία που θα κριθεί παράνομη δεν μπορεί να επαναπροκηρυχθεί.
Επίσης, ορίζεται ότι η απεργία δεν μπορεί να αφορά αιτήματα διάφορα από εκείνα που γνωστοποιήθηκαν.
Αναφορικά με τους κλάδους των επιχειρήσεων δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας των οποίων η λειτουργία έχει ζωτική σημασία για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου διαμορφώθηκαν ως εξής:
Παροχής υγειονομικών υπηρεσιών από νοσηλευτικά εν γένει ιδρύματα.
Διύλισης και διανομής ύδατος.
Παραγωγής και διανομής ηλεκτρικού ρεύματος ή καύσιμου αερίου.
Παραγωγής ή διύλισης ακάθαρτου πετρελαίου.
Μεταφοράς προσώπων και αγαθών από την ξηρά, τη θάλασσα και τον αέρα.
Τηλεπικοινωνιών και ταχυδρομείων.
Αποχέτευσης και απαγωγής ακάθαρτων υδάτων και λυμάτων και αποκομιδής και εναποθέσεως απορριμμάτων.
Φορτοεκφόρτωσης και αποθήκευσης εμπορευμάτων στα λιμάνια.
Τραπέζης της Ελλάδος, Πολιτικής Αεροπορίας και κάθε είδους υπηρεσιών ή τμημάτων υπηρεσιών που απασχολούνται με την εκκαθάριση και πληρωμή των μισθών του προσωπικού του κατά το άρθρο 14 του ν. 4270/2014 (Α΄ 143) δημόσιου τομέα.
Δημόσιος διάλογος
Για τη διαδικασία διεξαγωγής δημόσιου διαλόγου ενώπιον του Ο.ΜΕ.Δ., πλέον καθίσταται υποχρεωτική και για τους εργαζόμενους στο Δημόσιο, τους ΟΤΑ και τα ΝΠΔΔ.
Οι αρμόδιες συνδικαλιστικές οργανώσεις που κηρύσσουν την απεργία (ή την ολιγόωρη στάση εργασίας), υποχρεούνται πριν την πραγματοποίησή της να καταθέσουν ενώπιον του Ο.ΜΕ.Δ. αίτηση διεξαγωγής δημόσιου διαλόγου για τα αιτήματα της απεργίας.
Την ανωτέρω αίτηση μαζί με κατάλληλη πρόσκληση σε συνάντηση ανάδειξης μεσολαβητή στον τόπο, ημέρα και ώρα που ορίζει ο Ο.ΜΕ.Δ., οφείλουν να μεριμνήσουν οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, ώστε να επιδοθούν με δικαστικό επιμελητή στον εργοδότη ή τους εργοδότες και στα αρμόδια Υπουργεία.
Η επίδοση πρέπει να γίνει το αργότερο συγχρόνως με τις επιδόσεις γνωστοποίησης των αιτημάτων κήρυξης της απεργίας ή της στάσης εργασίας.
Σε περίπτωση που δεν εμφανισθούν αμφότερα τα μέρη στον τόπο και χρόνο που ορίζει η πρόσκληση, ο Ο.ΜΕ.Δ. κηρύσσει άκαρπο τον δημόσιο διάλογο.
Εάν τα μέρη εμφανισθούν, ο μεσολαβητής που αναλαμβάνει να διευθύνει τον δημόσιο διάλογο, σύμφωνα με την σχετική συμφωνία των μερών, προσπαθεί να τον ολοκληρώσει το συντομότερο δυνατόν. Μετά την έναρξη των συζητήσεων, αν η μία από τις πλευρές αποχωρήσει από τον δημόσιο διάλογο ή η προσέγγιση των απόψεων δεν επιτευχθεί εντός 48 ωρών, η μεσολάβηση θεωρείται ότι έληξε και ο μεσολαβητής έχει δικαίωμα να υποβάλλει στα μέρη έκθεση για τα αιτήματα της απεργίας, με βάση τις απόψεις των μερών και τη σχετική τεκμηρίωση.
Όσο διαρκεί ο δημόσιος διάλογος, η άσκηση του δικαιώματος της απεργίας αναστέλλεται στις επιχειρήσεις δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας.
Προσωπικό Ασφαλείας και Προσωπικό Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας
Οποιαδήποτε συνδικαλιστική οργάνωση κηρύσσει απεργία, έχει υποχρέωση να διαθέτει κατά τη διάρκειά της το αναγκαίο προσωπικό για την ασφάλεια των εγκαταστάσεων της επιχείρησης και την πρόληψη καταστροφών και ατυχημάτων (Προσωπικό Ασφαλείας).
<Επίσης εισάγεται η έννοια του Προσωπικού Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας και ορίζεται ότι πρέπει να διατίθεται στις επιχειρήσεις δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας πέραν του Προσωπικού Ασφαλείας, για την αντιμετώπιση των στοιχειωδών αναγκών του κοινωνικού συνόλου κατά τη διάρκεια της απεργίας. Ειδικότερα, οι στοιχειώδεις ανάγκες ορίζονται ως τουλάχιστον το ένα τρίτο (1/3) της συνήθως παρεχόμενης υπηρεσίας. Ως εκ τούτου, το ποσοστό του Προσωπικού Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας που θα συμφωνηθεί, δεν μπορεί να είναι μικρότερο του ως άνω οριζόμενου.
Υποχρέωση προστασίας του δικαιώματος στην εργασία
Εισάγεται νέα υποχρέωση για όλες τις συνδικαλιστικές οργανώσεις που κηρύσσουν απεργία, σε σχέση με τους εργαζόμενους που δεν συμμετέχουν στην απεργία.
Πιο συγκεκριμένα, η συνδικαλιστική οργάνωση που κηρύσσει απεργία υποχρεούται να προστατεύει το δικαίωμα των εργαζομένων, οι οποίοι δεν συμμετέχουν στην απεργία, ώστε να προσέρχονται και να αποχωρούν ελεύθερα και ανεμπόδιστα από την εργασία τους και να παρέχουν αυτήν χωρίς εμπόδιο και ιδίως χωρίς την άσκηση σωματικής ή ψυχολογικής βίας σε βάρος τους από οποιονδήποτε.
Εάν παραβιαστεί η ανωτέρω υποχρέωση, η απεργία μπορεί να διακοπεί με απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου.
Στην περίπτωση αυτή, για την κήρυξη νέας απεργίας απαιτείται η τήρηση όλων των διατυπώσεων του άρθρου 20 του ν. 1264/1982 και της προθεσμίας της παρ. 1 του άρθρου 19 ή της παρ. 2 του άρθρου 20 του ν. 1264/1982, κατά περίπτωση (άρθρο 93 §2 ν. 4808/2021).
Επιπρόσθετα, προβλέπεται ότι υπαίτια παραβίαση της ανωτέρω
υποχρέωσης γεννά αστική ευθύνη της αρμόδιας συνδικαλιστικής οργάνωσης και των
υπαίτιων μελών του διοικητικού της συμβουλίου.
Εάν απεργία ή στάση εργασίας που έχει κηρυχθεί από πρωτοβάθμια συνδικαλιστική
οργάνωση, κριθεί παράνομη σύμφωνα με τη διαδικασία της παρ. 4 του άρθρου 22 του
ν. 1264/1982, δεν επιτρέπεται, μετά την έκδοση της απόφασης, η κήρυξη απεργίας
κατά του ίδιου εργοδότη και με ίδια ημερομηνία έναρξης από την αντίστοιχη
δευτεροβάθμια ή τριτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου