ΤΡΕΙΣ ΑΓΙΟΜΑΥΡΙΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ
1-Μια από τις ιστορίες που δείχνουν το λευκαδίτικο χιούμορ είναι αυτή με το Νιόνιο το Κοτσώλο που συχνά-πυκνα την αφηγείται- με καταπληκτικό τρόπο -ο Ηλίας Λογοθέτης. Είναι η ιστορία οπού στο αποκριάτικο 'Πάνθεον, στο χορό του Ορφέα ο Νιονιος ντύθηκε, μαζί με τον δίδυμο αδελφό του, με ψηλά καπέλα και επίσημα ρούχα και άρχισαν να τραγουδούν ενα τραγούδι σε διασκευή-μελοποίηση του Νικου Μορίνα: 'Ετούτη τη βραδιά/θα δώσουμε σ΄ολους μπρίο/κέφι καλή καρδιά/και την καλή μας συντροφιά. /Απόψε οι δυο μας αλλάξαμε στολές/μαύρο παπιόν /παράξενο μαλλί/. Απόψε οι δυο θα κάνουμε το παν/ για να χαρείτε όλοι σας πολύ.'
Κι ενώ το νούμερο 'έτρεχε' κανονικά κάποιος θαμώνας φώναξε με δυνατή φωνή από τη γαλαρία:
---Κοτσώλοοοοοο.....
Ο Νιόνιος, χωρίς να τα χάσει, σταμάτησε το νούμερο και έβαλε τα χέρια του- σαν χωνί -στο στόμα του και απάντησε με στόμφο:
----Της μάνας σου τον κ....!...
Αυλαία φώναξε αμέσως ο κομπέρ. Και καταλαβαίνετε τι έγινε. Πανζουρλισμός.
2---Ο Ζαχαρής Κατωπόδης ήταν ο μεγαλύτερος φαρσέρ της παλιάς Λευκάδας. Ο άνθρωπος-χαμόγελο. Σατανικό μυαλό. Μοναδικό χιούμορ. Μυθικές οι φάρσες του. Η καλύτερη όμως φάρσα που σκάρωσε είχε σχέση με εμπόριο.. γατών. Για καιρό σκάρωνε αυτή τη φάρσα. Με μεθοδικότητα. Στην αρχή έλεγε για τα Ιταλικά καράβια που έρχονται να πάρουν χέλια από το Ιβάρι. Μίλησε για τις σχέσεις του με Ιταλούς εμπόρους και διέδωσε εντέχνως ότι του ανέθεσαν την οργάνωση μια ξεχωριστής λαϊκής αγοράς στη Λευκάδα. Κυκλοφόρησε, λοιπόν- παραμονή Πρωταπριλιάς- στην πόλη και στα χωριά εάν φειγ βολάν που έγραφε τα εξής: ''Ιταλική Λαϊκή Αγορά. Σας ανακοινούμεν ότι αύριο έρχεται στη Λευκάδα και θα παραμείνει 24ωρες μια περίεργη Ιταλική Λαϊκή Εταιρεία η οποία θα διαθέτει προς πώληση διάφορα ενδιαφέροντα είδη λαϊκής τέχνης. Έχει πχ σπουδαία μηχανήματα που θα εκθέσει εις το κινηματογραφοθέατρο 'Τσιριμπαση. 'Ενα άλλο είδος που θα διαθέσει είναι πολλά και διάφορα είδη σκυλιών παγκοσμίου προελεύσεως. Ο ίδιος όμιλος ενδιαφέρεται και θα αγοράσει από δω ο,τι εντόπιο προϊόν της αρέσκειας του. Το ενδιαφέρον θα είναι για όλους μας αρκεί να σημειωθεί ότι θα προβούν εις αγοράν και ζωων πχ γάτες κλπ. Πληροφορίες παρέχει ο κ. Γ...Λ...(καφενείον). '' Αυτο ήταν το περιεχόμενο του φειγ βολάν. Έξυπνα γραμμένο. Και φυσικά σε κανένα δεν πέρασε από το μυαλό ότι πρόκειται φάρσα. Το νέο κυκλοφόρησε παντού, Σε όλο σχεδόν το νησί. Και έγινε της κακομοίρας. Όλοι έτρεχαν να πιάσουν γάτες. Τσουβάλια με γάτες, αυτοκίνητα με γάτες, φορτηγάκια με γάτες. Στην πόλη ένας έβγαλε από την κάμαρα τα παιδιά του και τις γέμισε με γάτες. Άλλος έκλεισε σε τσουβάλια γάτες και όταν η ανύποπτη γυναίκα του άνοιξε την πόρτα έπεσε λιπόθυμη γιατί νόμισε ότι το σπίτι γέμισε φαντάσματα. Ταξί από χωριά του νησιού ήρθαν πόλη γεμάτα γάτες. Πολλοί ήταν και οι αγρότες που κουβάλησαν και τους σκύλους τους. Τα παιδιά στους δρόμους που δεν άφηναν τις γάτες στην ησυχία τους, δεν σταματούσαν να μαζεύουν γάτες. Ενα πραγματικό πανδαιμόνιο. Η Κυριακή της Πρωταπριλιάς ήρθε. ο Ζαχαρής - με υποσχέσεις για χρήματα- έπεισε τους συνεργάτες του να κουβαλήσουν καρέκλες και τραπέζια στο 'Φοίνικα, το θερινό κινηματογράφο στην παραλία. Και όλοι περίμεναν με αγωνία το αυτοκίνητο της Ιταλικής εταιρείας. Ο Ζαχαρής(... ως γάτα), την ΄κοπάνησε΄για την Αθήνα. Και όσο περνούσε η ώρα ο κόσμος άρχισε να δυσανασχετούσε. Και μέσα σε λίγες ώρες όταν έγινε αντιληπτή η φάρσα γέμισε η Λευκάδα από αδέσποτους σκύλους και γάτες. Το γεγονός είναι αληθινό. Και δείχνει ότι η παλιά Λευκάδα ήταν θρυλική. Και ανεπανάληπτη.
3- Ο Άγγελος ήταν ένας φοβερός τύπος της παλιάς Λευκάδας. Παμφάγος και αχόρταγος. Λαίμαργος με όλη τη σημασία της λέξης. Σπούδαζε στην Αθήνα ώσπου μια μέρα έλαβε ένα τηλεγράφημα: "βρακατσάνοι γουρμάσανε". Και ο Άγγελος έφυγε για πάντα από την Αθήνα για να ικανοποιήσει τη λαιμαργία του τρώγοντας βρακατσάνους. Αλλά η φοβερή, αληθινή, ιστορία με τον Αγγελο είναι η παρακάτω που μας αφηγείται συχνά ο Ηλίας Λογοθέτης (Φρούφαλος). Ο Αγγελος, λοιπόν, για πολλούς μήνες έκανε μεγάλη οικονομία ώστε να προετοιμαστεί για το μεγάλο τραπέζι. Ένα μοναδικό τσιμπούσι. Αλλά δεν ήθελε με καμία δύναμη να τον πάρει χαμπάρι η μάνα του. Της είπε ότι έχει υποχρέωση σε κάποιους Πρεβεζάνους. Αγόρασε λοιπόν αυγοτάραχο, σαλάμια, γάμπαρες, μια μεγάλη γαλοπούλα, μια τεράστια συναγρίδα, ένα μικρό χοιρίδιο, σαλάτες, τυριά, γλυκά, κρασιά, ούζο και φρούτα. Όλα τα καλούδια. Και είχε ετοιμαστεί για ένα λουκούλλειο δείπνο. Η μεγάλη βραδιά έφθασε. Και ο Αγγελος λέει στη μάνα του: "Μάνα, θα έρθουν οι καλεσμένοι αλλά επειδή θ' αρχίσουν τ' αφσκόλογα πήγαινε για ύπνο". Πράγματι η μάνα του Αγγελου αποσύρθηκε στην κάμαρά της. Της έβαλε και το καδινάτσο για σιγουριά. Οι καλεσμένοι έφθασαν γύρω στις 10 το βράδυ. Ο Αγγελος κατέβηκε τη σκάλα για να τους υποδεχθεί. ''Καλώς τους. Καλησπέρα. Καλώς το Γιάννη, καλώς το Νίκο, καλώς το Χρίστο. Χαθήκαμε ρε παιδιά, είχα καιρό να σας δω''.... Και άρχισε να ανεβαίνει τη σκάλα με τρόπο σαν ν' ανέβαιναν και οι καλεσμένοι του. Μετά από λίγο άρχισε το τσιμπούσι. Ο Αγγελος ήταν μεγάλος μίμος. Και άρχισε τους διαλόγους:
--- Παναγία μου τη ψαρούκλα είναι αυτή!
--- Και το γουρουνόπουλο είναι φοβερό.
--- Καλά Αγγελε, η γαλοπούλα σου είναι το κάτι άλλο.
Και να το τσούγκρισμα των ποτηριών. Εβίβα, γεια σου, να 'σαι καλά Αγγελε, πάντα από τέτοια. Και τα ρέστα. Η ώρα περνούσε. Οι διάλογοι συνεχίζονταν μαζί και το φαγητό. Τα μαχαίρια και τα κουτάλια χτυπούσαν στα πιάτα.
--- Εις υγείαν.
--- Είναι όλα υπέροχα!
-- Μπράβο Αγγελε, σου χρωστάμε και εμείς τραπέζι στην Πρέβεζα....
Η ώρα είχε φθάσει 5 το πρωί. Οι καλεσμένοι (εννοείται) έφυγαν. Και η μάνα του Αγγελου κατάφερε να διακρίνει από τη χαραμάδα της πόρτας το γιο της πεσμένο με τα μούτρα πάνω στο τραπέζι, σκασμένο απ' το φαΐ. Και σταυροκοπήθηκε. "Μπα το ξεπατωμένο", μονολόγησε. Ο Αγγελος κατάφερε το απίστευτο. Το μοναδικό. Έφαγε μόνος του όλα τα φαγητά. Μέχρι σκασμού. Είχε παραθέσει τραπέζι στον εαυτό του!!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου